Saturday, July 8, 2017

ΥΠΟΘΕΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Η αναπόφευκτη επαφή με το άφατο

Στην πραγματικότητα, δεν κάνουμε μεταφυσικές σκέψεις πέρα από κάποιες εξαιρετικές στιγμές που μας βγάζουν από την καθημερινότητα. Ένας θάνατος ή ένας έναστρος ουρανός μπορεί να μας κάνουν να αναρωτηθούμε για το άπειρο (του ουρανού) ή το μηδέν (του θανάτου), αλλά δεν θα μείνουμε για πολύ σε αυτά. Η ζωή θα μας ξανατραβήξει στις μέριμνες της, μέχρι μια επόμενη εξαιρετική στιγμή να μας ξαναβγάλει για λίγο από αυτές.

Υπάρχουν βέβαια και οι πιστοί διαφόρων θρησκειών που νομίζουν ότι η καθημερινότητά τους κανονίζεται από τις βουλές των θεών τους και προσεύχονται συχνά σε αυτούς, αλλά οι επικλήσεις τους δεν ανήκουν στη σύγχρονη σκέψη, έστω κι αν είναι ακολουθούνται από πολλούς.

Ο σύγχρονος άνθρωπος είναι προϊόν του θετικού λόγου, με τη βοήθεια του οποίου έχει πάρει τη μοίρα στα χέρια του σε μεγάλο βαθμό. Ο βαθμός αυτοπροσδιορισμού του, όμως, είναι περιορισμένος. Ούτε να αυτό-γεννηθεί μπορεί (αυτό-παραγόμενος εκ του μηδενός), ούτε να αποφύγει το χρόνο και να γίνει αιώνιος, ούτε να αυτό-τραφεί και να αυθυπάρξει. Η ζωή του εξαρτάται από κάτι γενικότερο. Αποτελεί μέρος ενός Όλου, από το γίγνεσθαι του οποίου έχει προέλθει και εξελίσσεται.

Ως έλλογο ον, αντιλαμβάνεται την οριστική εξάρτησή του από το Όλον, αλλά δεν μπορεί να κάνει και πολλά για αυτή. Κάνει ότι μπορεί στα πλαίσια των δυνατοτήτων που του παρέχει ο θετικός λόγος. Γι’ αυτό και δεν ασχολείται τόσο συχνά με υποθέσεις περί του Είναι, καθώς δεν παίζουν άμεσα κάποιον πρακτικό ρόλο στη ζωή του. Η σχέση του με τον υποθετικό λόγο των αφηρημένων εννοιών περιορίζεται σε εκείνες τις στιγμές που τον βγάζουν από την καθημερινότητά του και τον κάνουν να αναλογιστεί για «μεγαλύτερα πράγματα».

Το «μεγάλωμα» της σκέψης του μπορεί να γίνει και κλιμακωτά. Αρκεί να σκεφτεί την κλιμάκωση των συστηματικών αλληλεξαρτήσεών του: να ξεκινήσει από τις άμεσες υποχρεώσεις της μέρας του, να επεκταθεί σε ζητήματα γενικότερης ατομικής ή οικογενειακής ευημερίας, να σκεφτεί την εξάρτισή τους από ευρύτερα κοινωνικά μεγέθη (τοπικά, εθνικά, διεθνή, κλπ.), να συλλογιστεί στη συνέχεια θέματα του πλανήτη και από εκεί να περάσει σε συμπαντικές σκέψεις που να τον κάνουν να αναλογιστεί για το Είναι (ή όπως το πει, με το μυαλό του).  Εκεί κάπου σταματάει η σκέψη, αγγίζοντας το αδιανόητο.

Το τι λέει ο καθένας μέσα του, όταν η σκέψη του φτάσει στα όριά της, εξαρτάται από τον ίδιο και το προσωπικό του λεξιλόγιο. Μπορεί και να μην πει τίποτε. Απλά, να νιώσει το «χάσιμο» μπροστά στο άπειρο και το ανείπωτο. Δεν είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσει αφηρημένες έννοιες όπως Είναι, Λόγος, Όλον, Ον, Απόλυτο, κλπ. για να διανοηθεί το αδιανόητο. Το αδιανόητο είναι εκεί για το καθένα που θα φτάσει να το αναλογιστεί είτε μέσα από εξαιρετικές στιγμές είτε από την κλιμάκωση της σκέψης του.

Πιθανόν το αδιανόητο να είναι το πρώτο πράγμα που αγγίζει και η σκέψη των διαφόρων πιστών όταν φτάνουν εκεί, αλλά σπεύδουν να καλύψουν το αναπόφευκτο διανοητικό κενό με τις θρησκευτικές επικλήσεις τους (από τον τρόμο του κενού;).

Η επαφή με το άφατο {αυτό που δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στις λέξεις} είναι αναπόφευκτη για τον καθένα που θα αναρωτηθεί, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, για την ύπαρξή του (και την ύπαρξη γενικά) πέρα από τα τρέχοντα ζητήματα που τον απασχολούν. Ακόμη και αν δώσει κάποιες πρώτες εξηγήσεις για το γίγνεσθαι των πραγμάτων, θα φτάσει στο ανεξήγητο όταν γενικεύσει και αγγίξει το ερώτημα του Είναι.
Η αναφορά του ανθρώπου σε Αυτό δεν θα μπορέσει να απαντηθεί ποτέ. Θα μείνει για πάντα ένα ερώτημα που θα δείχνει και τα όρια του θετικού λόγου.


Η ερωτηματική αναφορά σε Αυτό

Με την ερωτηματική αναφορά σε Αυτό που μας ξεπερνά και μας καθορίζει, ο θετικός λόγος φτάνει στα όριά του και η συνείδηση διανοίγεται σε κάτι που δεν χωράει στα λόγια:

-        Μπορεί τα λόγια να διπλασιαστούν με κεφαλαία αρχικά για να αναφερθούν σε Αυτό με λέξεις όπως Είναι, Απόλυτο, Λόγος και άλλες «κεφαλαιώδεις»  έννοιες,  αφηρημένες και γενικές.  [Φιλοσοφική έκφραση]
-        Μπορεί να μεταλλαχθούν, να γίνουν ψέλλισμα και ψαλμός, ποίημα και τραγούδι, ζωγραφιά και χορός, θέατρο και εικόνα, για να χωρέσουν κάτι από την απεραντοσύνη Αυτού. [Καλλιτεχνική έκφραση]
-        Μπορεί να μετατραπούν σε καταστάσεις λατρευτικές, τελετές και γιορτές που θα υμνούν τη μεγαλοσύνη Του. [Θρησκευτική έκφραση]
                                                                              
Ό,τι και να γίνουν τα λόγια, ό,τι και να γεννήσει η σκέψη μας δεν θα μπορέσει να συλλάβει θετικά, να εντοπίσει και να ορίσει “Αυτό”: θα αποτελεί το ύστατο ερώτημα κάθε μας προσπάθειας και κάθε προσπάθειά μας θα καταλήγει σε ένα αναπάντητο ερώτημα.

Ο υποθετικός λόγος περί Αυτού ως καθαρά υποθετικός δεν έχει απαντήσεις αλλά μόνο ερωτήματα. Οι λέξεις του, οι διατυπώσεις του και οι έννοιές του δεν ορίζουν κάτι θετικά: είναι καθαρές υποθέσεις. Αποτελούν ερωτήματα και όχι απαντήσεις.

Όλες μας οι προσπάθειες καταλήγουν τελικά σε ένα μεγάλο και κεφαλαιώδες Ερώτημα το οποίο αποκλείεται να απαντηθεί. Αναπάντητο σημαίνει κάτι άφατο, κάτι αδύνατο να διατυπωθεί και να γίνει κάτι με αυτό. Επειδή όμως δεν μπορεί να μη γίνεται κάτι στο γίγνεσθαι, το οποίο δεν επιτρέπει το κενό, εμείς μένουμε με το Ερώτημα.
Η σιωπή και το κενό στο οποίο μας διανοίγει αυτό το ύστατο Ερώτημα, δεν μπορούν να διαρκέσουν ούτε στιγμή. Στην πραγματικότητα δεν υφίστανται. Αυτά που υφίσταται είναι το ερώτημα και η διάνοιξη στην οποία μας οδηγεί. Αυτά είναι κάτι. Το τίποτα δεν υπάρχει.

Η λέξη «ερώτημα» στα ελληνικά συγγενεύει με τις λέξεις «έρωτας», «ροή», «ρήμα». Λέξεις που σημαίνουν άνοιγμα του ενός στον άλλο και σύνδεση των μερών μεταξύ τους. Όταν η σύνδεση αναφέρεται στο Όλον, τότε το Ερώτημα (και ο Έρως) παίρνουν κεφαλαίο.

Η διάνοιξη στο άφατο, το απώτατο συμπέρασμα

Η διάνοιξη στο άφατο, με την ερωτηματική μας αναφορά σε Αυτό, είναι η κατάληξη όσων κάνουμε, αν τα εξετάσουμε στην τελική τους απεύθυνση, στον ύστατο σκοπό τους. Αυτό όσο και να το ξεχνάμε, παρασυρμένοι από σκοπιμότητες του μικρόκοσμου, έρχεται στο τέλος ο θάνατος να μας το υπενθυμίσει.

Επειδή είναι ανόητο να περιμένουμε το θάνατο να μας ανοίξει τα μάτια, όταν θα είναι για πάντα κλειστά, έρχεται η νόηση να μας συνετίσει, θέτοντας έγκαιρα το ερώτημα του απώτερου λόγου όσων κάνουμε. Εκεί ξεπερνάμε τους καθορισμούς του θετικού λόγου και ανοιγόμαστε στον υποθετικό, που θα μας οδηγήσει στο άφατο, με τα αναπάντητα ερωτήματά του.

Το άφατο αποτελεί το απώτατο συμπέρασμα του λόγου μας στην προσπάθειά του να εννοήσει το σκοπό της ύπαρξης και να συλλάβει τον Απόλυτο Λόγο του Είναι,  περνώντας από τον θετικό λόγο στον υποθετικό λόγο περί Αυτού.


Οι  συμφιλιωτικές συνέπειες της διάνοιξης

Οι συνέπειες της επαφής του ανθρώπου με το άφατο είναι σημαντικές για τον πολιτισμό του, καθώς η σιωπή που επιφέρει η αδυναμία του να πει οτιδήποτε, μετριάζει τους ισχυρισμούς του και επιβάλλει μέτρο στις απόψεις του.
Ο άνθρωπος με την ισχύ που του δίνει ο θετικός λόγος, τείνει να ξεχνάει τη σχετικότητα αυτής της ισχύος και γίνεται επιθετικός. Αγγίζοντας τη άφατο, με τον υποθετικό λόγο, αναγκάζεται να μετριάσει τις βλέψεις του και να γίνει συζητήσιμος.

Η ερωτηματικότητα μπορεί να κάνει τις προτάσεις του θετικού λόγου λιγότερο κατηγορηματικές και περισσότερο ρηματικές, όπως άλλωστε οφείλουν, καθώς αυτές ονομάζουν φαινόμενα του γίγνεσθαι εν τη ροή του (δηλαδή, ρήματα), παρά ορίζουν οντολογικά τα πράγματα (όπως κάνουν οι κατηγορηματικές προτάσεις με το «είναι»: προτάσεις που λένε «τι είναι τι»).

Η αφαίρεση της κατηγορηματικότητας από τις αποφάνσεις μας με την εισαγωγή της ρηματικότητας στο θετικό λόγο και της ερωτηματικότητας στον υποθετικό μπορεί να μετατρέψει τον συνολικό τρόπο επικοινωνίας μας από διεκδικητικό και επεκτατικό, σε διαλλακτικό και  διευκρινιστικό.

Η απόλυτη σιωπή που μας επιβάλλει η ασύλληπτη απεραντοσύνη Αυτού, θα μπορούσε να μας προκαλέσει τρόμο μπροστά στο διαφαινόμενο κενό. Αντί για τρόμο, η σκέψη μας διανοίγεται στο άπειρο καθώς ο υποθετικός λόγος αναλαμβάνει να γεφυρώσει το χάσμα του κενού, να γίνει ερώτημα και αναφορά προς το Είναι και όχι στο μηδέν. Ο μηδενισμός θα όξυνε την επιθετικότητά μας με τον κυνισμό που θα επέφερε. Αντ’ αυτού, ανοίγουν γέφυρες.

Αυτή είναι και η μέγιστη αξία του υποθετικού λόγου, ότι μας εξοικειώνει με το άπειρο, διανοίγοντας μας προς αυτό, διευρύνοντας τη συνείδησή μας προς το άγνωστο, συνδέοντας μας με τους άλλους, τους άγνωστους, με τους οποίους «μοιραζόμαστε τον ίδιο ουρανό».


Συμβολή στην ισορροπία

Ο φόβος μας μετριάζεται απέναντι στον άλλο και κάθε τι άλλο, από τη στιγμή που είμαστε σε επαφή με το Όλο που μας ξεπερνάει, όπως ξεπερνάει και κάθε τι άλλο, με συνέπεια να το κάνει λιγότερο φοβερό, αφού είναι κι αυτό κάτι «μικρό» και αβέβαιο μπροστά σε Αυτό. 

Ακόμα και τους δικούς μας «δαίμονες», τα πάθη και τα βάσανα, μπορούμε να μετριάσουμε καθώς η διάνοιξή μας στο άφατο  χαμηλώνει την έντασή τους με τη σιωπή που εισάγει. Αυτό δεν σημαίνει ότι χάνουμε ξαφνικά τη ζωτική μας ένταση και εξαϋλωνόμαστε σε μορφές μοναστηριακές, που κινούνται σαν σκιές.  Χρειάζεται μέτρο.

Το μέτρο, όταν προέρχεται από τη διάνοιξή μας στο άφατο - και όχι από την επιβολή  της σιωπής από τους άλλους ή από την αποσιώπησή μας -, συμβάλει στην ισορροπία που χρειαζόμαστε.

Το ζητούμενο της ισορροπίας δεν επιτυγχάνεται εύκολα, καθώς καλούμαστε να βρίσκουμε τη χρυσή τομή ανάμεσα στο εγώ μας και στο εμείς, στο θέλω και στο πρέπει, στην ελευθερία και στη δέσμευση, στη διαφοροποίηση και στην ενότητα κλπ.
Το γίγνεσθαι μας ωθεί να εξελιχθούμε διαφοροποιούμενοι, ενώ το Είναι μας κρατά όλους ενωμένους στο Εν Αυτώ. Η ισορροπία πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τα δύο, να έχει τόσο τη δυναμική του γίγνεσθαι όσο και την σταθερότητα του Είναι (όχι τη στασιμότητα, όπως κάποιοι παρεξηγούν).

Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια δυναμική ισορροπία, συνδυάζοντας τόσο τον θετικό λόγο (από τη γνώση του Γίγνεσθαι) όσο και τον υποθετικό (από την ερωτηματική αναφορά μας στο Είναι).


Ισορροπία θετικού και υποθετικού λόγου. Γνώση και πίστη.

Είναι πολύ σημαντικό για την ισορροπία μας, η σωστή σχέση μεταξύ του θετικού και του υποθετικού λόγου. Ούτε ο θετικός πρέπει να υπερβάλλει, απαιτώντας να επιβάλλει τη λογική του σε όλα. Ούτε ο υποθετικός πρέπει να πηγαίνει ενάντια στη λογική. Οι υποθέσεις και τα ερωτήματά αυτού αρχίζουν εκεί που τελειώνει η επιστημονική τεκμηρίωση.

Το Όλον στο οποίο αναφέρεται ο υποθετικός λόγος δεν μπορεί να προσπελαστεί από τη γνώση που μας δίνει ο θετικός λόγος. Δεν είναι θέμα γνώσης, αλλά πίστης ότι υπάρχει κάτι πέρα από εμάς και πέρα από όσα  μπορούμε να μάθουμε, το οποίο μας καθορίζει με τον ασύλληπτο Λόγο του Είναι του. Μόνο με άλμα της λογικής προς το αδιανόητο και ασύλληπτο, με την πίστη, μπορεί να προσεγγίσουμε το Ερώτημα Αυτού.

Η πίστη, λοιπόν, δεν ορίζει κάτι θετικά, όπως πιστεύουν οι πιστοί των θρησκειών. Η πίστη είναι ένα ερώτημα, μια καθαρή υπόθεση, που αρχίζει εκεί που τελειώνει η γνώση. Όχι πριν.


Συμβολή στην καθαρότητα

Η εποχή μας καλείται να βρει μια νέα ισορροπία ανάμεσα στον θετικό και στον υποθετικό λόγο, με αμοιβαία αλληλο-αναγνώριση των πεδίων του καθένα. Η ανάγκη του ανθρώπου να συνομιλήσει τα μεταφυσικά του ερωτήματα, δεν μπορεί να αγνοείται από τον θετικό λόγο και πρέπει να της δοθεί η δέουσα προσοχή. Όταν οι θετικιστές εκτοπίζουν κάθε τι που δεν χωράει στην στενή λογική, σπρώχνουν τον άνθρωπο στους αγύρτες της μεταφυσικής.

Διάφοροι new-age γκουρού σπεύδουν να εκμεταλλευτούν τη μεταφυσική ανάγκη του ανθρώπου με παραλογισμούς που υποδύονται τη μοντέρνα σκέψη, καθώς οι σύγχρονος άνθρωπος δυσκολεύεται να πεισθεί από τις παλιές θρησκείες. Πολλοί συνεχίζουν να εκκλησιάζονται στις παλιές, ψέλνοντας σε θεούς που μπορεί κατά βάθος να μην πιστεύουν αλλά το κάνουν για να εκφράσουν κάπως την πίστη τους. (Δεν μιλάμε για όσους ζουν σε κόσμους που αγνοούν ή απαγορεύουν τις εξελίξεις του θετικού λόγου. Αυτοί μπορεί να πιστεύουν ακόμη στις μυθολογίες των θρησκειών τους.)

Στην εποχή μας, οι παλιές θρησκείες όπως και οι μοντέρνες αγυρτείες αντλούν ισχύ από την ανυπαρξία μιας καθαρής μεταφυσικής πρότασης, που να μην μπερδεύει την υποθετικότητα της πίστης με τη θετικότητα, αλλά να την αποδίδει ξεκάθαρα, σαν καθαρή ερωτηματική μας αναφορά σε Αυτό, το πέρα από εμάς.

Η πίστη μας πρέπει να βρει ένα νέο, καθαρό τρόπο να εκφραστεί, χωρίς να νοθεύεται από περιεχόμενα που δεν της ανήκουν. Αντίθετα, να μας οδηγεί στην απο-περιεχομενο-ποίηση και στο άδειασμα. Στην καθαρή αφαίρεση. Στο άφατο.


Εμπλουτισμός του παρόντος

Η ερωτηματική αναφορά μας σε Αυτό, καθώς μένει ανοιχτή και αναπάντητη, μας ανοίγει στον χρόνο, ξεπερνώντας χρονοδιαγράμματα και προγραμματικούς στόχους. Συνδέει το παρόν μας με το αιώνιο,  διανοίγοντάς μας στο Όλον, που δεν χρειάζεται προγράμματα για να το κατακτήσουμε, διότι δεν κατακτιέται.  Οπότε, δεν ωφελεί να μεταθέτουμε την απόλαυση του παρόντος και να επενδύουμε στο μέλλον, προσμένοντας να ολοκληρωθούμε κάποια άλλη στιγμή.

Η ζωή μας είναι εδώ και τη ζούμε τώρα, αφού το αύριο δεν είναι κάτι διαφορετικό μπροστά στο αιώνιο και άχρονο Όλον. Η διάνοιξή μας στο άφατο της αιωνιότητας Αυτού, μας επαναφέρει στο εδώ και τώρα, για να το ζήσουμε. Έτσι, η ζωή εμπλουτίζεται με το βίωμα του παρόντος της, αντί να μετατίθεται διαρκώς σε ένα άπιαστο μέλλον.

Η επεκτατικότητά μας στο χώρο και η μεταθετικότητά μας στο χρόνο δεν θα μας αποδώσουν την ολοκλήρωση που προσδοκούμε επειδή θα έχουμε γίνει πιο ισχυροί. Η ισχύς μπορεί να βελτιώσει εν μέρει τις συνθήκες μας, δεν είναι όμως καθόλου σίγουρο ότι θα μας κάνει πιο ευτυχείς.

Η ευτυχία είναι ένα αίσθημα πληρότητας από την επαφή μας με ότι νιώθουμε να μας ολοκληρώνει. Κινούμαστε προς τα εκεί, περνώντας διάφορα στάδια εκπλήρωσης, μέχρι που καταλαβαίνουμε το ανέφικτο της οριστικής απόκτησής της. Θα υπάρχει πάντα κάτι να μας χωρίζει από την πλήρη ολοκλήρωση, όπως και από κάθε τι που θα επιδιώξουμε στον απόλυτο βαθμό. Αυτό ακριβώς το χάσμα έρχεται να καλύψει η διάνοιξη στο άφατο του υποκειμενικού λόγου με την ερωτηματική του αναφορά στο Όλον.
Με τη διάνοιξη αποφορτιζόμαστε από την υστερική επιδίωξη της ευτυχίας και αντιμετωπίζουμε πιο ήρεμα τις λύπες και τις χαρές, τις ήττες και τις νίκες μας. Δεν σημαίνει ότι σταματάμε να προσπαθούμε, ούτε ότι δεν εργαζόμαστε για τη βελτίωση των συνθηκών μας.

Φυσικά και πρέπει να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες του θετικού λόγου, για να προαχθούμε εξελικτικά και να βελτιώσουμε τις συνθήκες μας εν τω γίγνεσθαι, αλλά να κρατάμε επαφή με το άχρονο Είναι μέσα από τον καθαρό υποθετικό λόγο που μας διανοίγει στο άφατο. Αυτό βοηθάει να στραφούμε στο τώρα, να μετριάσουμε τις επιδιώξεις μας, να δούμε γύρω και να απολαύσουμε το εδώ μας, όσο βρισκόμαστε ακόμα εδώ. Έτσι εμπλουτίζεται το βίωμα της ζωής μας. Αυτός, άλλωστε, είναι ο ουσιαστικός πλούτος, ο βιωματικός.

Ως προς τις κοινωνίες, οι συνέπειες της διάνοιξης στο άφατο, το μέτρο που επαναφέρει, μπορεί να είναι εξίσου εξισορροπητικές. Η ανισότητα πλούσιων και φτωχών, η καταστροφή του περιβάλλοντος, η βία σε κάθε της μορφή, ο καταστροφικός ανταγωνισμός, η αδικία, η κακία και η ασχήμια μπορούν να μετριαστούν. Όμως για να συμβούν αυτά, θα πρέπει το ζήτημα της διάνοιξης να υιοθετηθεί και κοινωνικά για να επηρεάσει τις γενικές συνθήκες.


No comments:

Post a Comment